«Καποδίστριας: Μονόδραμα μιας μυστικής ζωής» στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ

Η ανθρώπινη πλευρά του πρώτου και τελευταίου κυβερνήτη της Ελλάδας 

Η συνθέτρια Καλλιόπη Τσουπάκη μπορεί να μην είναι τόσο γνωστή στη χώρα μας αλλά στην Ολλανδία όπου εδώ και πολλά χρόνια ζει, δημιουργεί και επίσης διδάσκει σύνθεση στο Βασιλικό Ωδείο της Χάγης και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι περισσότερο και από καταξιωμένη. Το έργο της διακρίνεται για την ποικιλία του, από σολιστικές και ορχηστρικές συνθέσεις μέχρι όπερες, μουσική για θέατρο και χορό αλλά και πολυμεσικές παραστάσεις. Τον Ιούλιο της απονεμήθηκε το βραβείο «Matthijs Vermeulen Composition Price 2021», η σημαντικότερη διάκριση για συνθέτη/ρια στην Ολλανδία, για το «Thin Air», ένα έργο με πηγή έμπνευσης και θέμα την πανδημία. 

Ηταν φυσιολογικό λοιπόν η Εθνική Λυρική Σκηνή να της αναθέσει ένα έργο στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της για τα 200 χρόνια από την επανάσταση του ’21. Η ίδια επέλεξε να ασχοληθεί με το πρόσωπο του Ιωάννη Καποδίστρια και μάλιστα με μια άγνωστη στον περισσότερο κόσμο πλευρά της ζωής του. Το αποτέλεσμα είναι το «Καποδίστριας: Μονόδραμα μιας μυστικής ζωής» που παίχθηκε στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ για τρεις μόνο παραστάσεις. Θέμα του είναι ο έρωτας του Ιωάννη Καποδίστρια όταν ήταν υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας και της Ρωξάνδρας Στούρτζα, μιας μολδαβικής καταγωγής Ελληνίδας δεσποινίδας επί των τιμών της συζύγου του τσάρου Αλέξανδρου Α’, ο  οποίος έμενε να μείνει πλατωνικός και ανολοκλήρωτος. Πριν την σύνθεση του η δημιουργός μελέτησε εις βάθος την αλληλογραφία τους η οποία συνεχίστηκε μέχρι την στιγμή της δολοφονίας του στην Ελλάδα και ενώ εκείνη είχε ήδη παντρευτεί άλλον. 

Καλλιόπη Τσουπάκη: «Ο Καποδίστριας έκανε την υπέρτατη θυσία της αγάπης του για την Ελλάδα και την ελευθερία της»

Η ανάθεση της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ ήταν για την προσωπικότητα του Ιωάννη Καποδίστρια και εσείς επιλέξατε αυτή την πλευρά της ή εξαρχής αφορούσε αυτή την άγνωστη στο ευρύ κοινό ερωτική σχέση του;

Η Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ μου ανέθεσε ένα έργο με θέμα ανοικτό (βέβαια σε άμεση σχέση με τον εορτασμό των 200 ετών από την επανάσταση του ‘21). Ήταν δική μου επιλογή η προσωπικότητα του Καποδίστρια, μου φαινόταν αδιανόητο να περάσει ο εορτασμός χωρίς να του αφιερώσω ένα έργο. Το θέμα «Καποδίστριας» είναι φυσικά ένα ατελείωτο ζήτημα, με υλικό για να γράψω μία όπερα πέντε ωρών, ίσως και παραπάνω (το οποίο δεν αποκλείω ότι μπορεί να κάνω στο μέλλον…)  αλλά δεν ήθελα να παρουσιάσω κάτι βαρύγδουπο για την επέτειο.  Πάντα με ενδιαφέρουν τα εσωστρεφή και ιδιαίτερα θέματα όπου μπορώ με την μουσική να δώσω άγνωστες και βαθιές πτυχές  του χαρακτήρα που διαλέγω. Η επιστημονική μου σύμβουλος, διδάκτωρ φιλολογίας του ΕΚΠΑ Μαντώ Μαλάμου η οποία είναι και αδελφική μου φίλη, με κατηύθυνε στην άγνωστη αυτή πλευρά του Καποδίστρια μετά από συζητήσεις πάνω στον προβληματισμό μου του πώς θα μπορούσα να δώσω ένα έργο με μία βαθύτερη προσέγγιση στην προσωπικότητα του.

Πιστεύετε ότι αυτό το θέμα συνδέεται άμεσα με την επέτειο των 200 χρόνων από την επανάσταση του ’21 ή θα μπορούσατε να είχατε γράψει το ίδιο έργο οποιαδήποτε άλλη στιγμή και σε οποιαδήποτε περίσταση;

Ναι πιστεύω ότι συνδέεται άμεσα με την επανάσταση. Η σχέση αυτή θυσιάστηκε στον βωμό της ελευθερίας της Ελλάδος.

Θεωρείτε πως το γεγονός του ότι ο Καποδίστριας δεν παντρεύτηκε ποτέ, κάτι πολύ ασυνήθιστο για άνθρωπο της εποχής του και μάλιστα της θέσης του στην κοινωνία, οφείλεται στο ότι δεν μπόρεσε να ξεπεράσει αυτή την, έστω και πλατωνική, σχέση;

Όχι, θεωρώ ότι εκείνη την εποχή εξαιτίας των δυνατών και πολύ αυστηρών κοινωνικών φραγμών που επικρατούσαν ήταν πολύ συχνό για προσωπικότητες σαν τον Καποδίστρια, τον Μπετόβεν, τον Σούμπερτ και άλλους πολλούς που ίσως δεν ξέρουμε να επιλέγουν την μοναξιά εφόσον οι συνθήκες τους απαγόρευαν να ενωθούν με την αγαπημένη τους.

Δεν είστε φυσικά ιστορικός αλλά ως Ελληνίδα πώς αποτιμάτε την σημασία της δολοφονίας του Καποδίστρια για την μετέπειτα πορεία της χώρας μας αλλά και της κρατικής οντότητας της: 

Σίγουρα δεν είμαι ιστορικός και επίσης αποφεύγω τις πολιτικές συζητήσεις. Όταν ακόμα ήμουν στην Ελλάδα σπούδασα, παράλληλα με τις μουσικές μου σπουδές, για  δύο χρόνια σπούδασα πολιτικές επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το εγκατέλειψα πεπεισμένη ότι αν θα περνούσε από το χέρι μου να δώσω κάτι στον κόσμο αυτό θα μπορούσα να το πετύχω μόνο μέσω της μουσικής. Με την μουσική ενωνόμαστε όλοι, γινόμαστε ένα, η συναυλία είναι μία μυσταγωγία, ας μην το ξεχνάμε. Για να επανέλθω στην ερώτησή όμως, ας σκεφτούμε μόνο τον σημαντικότατο ρόλο του Καποδίστρια ως υπουργού εξωτερικών του τσάρου στην ίδρυση του ελβετικού κράτους το οποίο ένωσε διαμορφώνοντας την ιδέα της ουδετερότητας και συμβάλλοντας ουσιαστικά στην διαμόρφωση του Συντάγματος του. Η απάντηση είναι αναμφισβήτητα μία, η Ελλάδα θα ήταν ένα εντελώς διαφορετικό κράτος αν είχε  καταφέρει να ολοκληρώσει το έργο του ως Κυβερνήτης.

Μία δεσποινίδα επί των τιμών της τσαρικής αυλής ήταν φυσικό να παίζει πιάνο αλλά δεν είναι πολύ ενδιαφέρον και ταυτόχρονα λίγο παράδοξο ότι το ίδιο ίσχυε και για τον πιο επιτυχημένο ίσως διπλωμάτη της εποχής του; Νομίζετε ότι αυτό αποκαλύπτει μια πλευρά της προσωπικότητας του η οποία δεν είναι ορατή από την υπόλοιπη ζωή του; 

Ο Καποδίστριας υπήρξε ένας σπάνια και μοναδικά καλλιεργημένος πολιτικός. Αυτό είναι ένα αδιαμφισβήτητο και μοναδικό γεγονός. Δεν υπάρχουν δυστυχώς πλέον στην εποχή μας παραδείγματα τέτοιου βαθμού μορφώσεως και καλλιέργειας στους πολιτικούς. Ας φανταστούμε για παράδειγμα ότι η…Μέρκελ λατρεύει την μουσική ενός/μίας σύγχρονου/ης  συνθέτη/ριας, όχι απαραίτητα Γερμανού ή Γερμανίδας αλλά διεθνούς κύρους, και ζωντανού, όχι νεκρού και είναι σε θέση να παίζει σε κάποιο όργανο τις συνθέσεις αυτού του υποθετικού δημιουργού…Ακούγεται εξωφρενικό για την εποχή μας. Αλλά αυτή ήταν η τότε πραγματικότητα που ανεβάζει τον Καποδίστρια ακόμα πιο ψηλά στην εκτίμηση μου και προκαλεί τον έντονο θαυμασμό μου. Ο Μπετόβεν ήταν σύγχρονος του και μάλιστα στο έργο μου τον έχω πλησιάσει  κρυφά ως το…«μουσικό alter ego» του Καποδίστρια! 

Γιατί επιλέξατε η Ρωξάνδρα να είναι ένα βωβό υπό μιαν έννοια πρόσωπο και όχι ένας φωνητικός ρόλος όπως αυτός του Καποδίστρια;

Η  μουσική, όπως προανέφερα, είναι για εμένα μία μυσταγωγία μέσα στην οποία χανόμαστε και ζούμε μία άλλη πραγματικότητα όπου τα λόγια είναι φτωχά. Ο Καποδίστριας και η Ρωξάνδρα ενώθηκαν μέσα από την μουσική και μέσα από τον ήχο του πιάνου εξομολογήθηκαν όσα δεν μπόρεσαν ποτέ να πουν ο ένας στον άλλο, την τραγική αγάπη που  ένωσε τις ψυχές τους ως το τέλος. Αυτό αντήχησε μέσα μου αμέσως! Δεν μπορώ να εξηγήσω το γιατί αλλά ο ήχος του πιάνου ήχησε μέσα μου. Παίζω πιάνο και ξέρω πολύ καλά την μοναξιά αλλά και τον εξορκισμό της μοναξιάς μέσα από την μουσική. Ετσι δεν είχα κανένα δισταγμό, η Ρωξάνδρα ξαναζωντανεύει, η υπόσταση της είναι μουσική και η «φωνή» της ο ήχος του πιάνου.

Καθώς ο Μπετόβεν ήταν ο αγαπημένος συνθέτης και των δύο υποθέτω ότι η μουσική θα εκκινεί κατά κάποιο τρόπο από αυτόν. Τι άλλα στοιχεία χρησιμοποιήσατε κα υπάρχουν κάποιες αναφορές στην ελληνική μουσική τονίζοντας όχι μόνο το ότι ο Καποδίστριας ήταν Έλληνας αλλά και το πόσο νοιαζόταν για τον τόπο του;

Η μουσική του Μπετόβεν είναι εκείνη που τους ενώνει και αυτό δεν το αγνόησα αλλά αντίθετα το χρησιμοποίησα. Δημιούργησα ένα μουσικό υβρίδιο μεταξύ κοντσέρτου για πιάνο (Ρωξάνδρα) και μονοδράματος (Καποδίστριας) όπου ενώνονται οι δύο χαρακτήρες. Η μουσική μου ούτως ή άλλως ανέκαθεν «ακροβατεί» σε διάφορους κόσμους όπως η μεσαιωνική μουσική, η λαϊκή μουσική μας, η βυζαντινή, η αναγεννησιακή, το μπαρόκ αλλά και το ροκ. Ένα στοιχείο που θα ΄ήθελα να διευκρινίσω  είναι το ότι η μουσική μου δεν είναι εκλεκτική. Δεν παίρνω κομματάκι από εδώ και κομματάκι από εκεί και τα κολλάω, προσπαθώ να δημιουργήσω εκ του μηδενός έναν ήχο που ονειρεύομαι, μία μελωδία που με κρατάει άυπνη τα βράδια, μία φαντασία ενός άλλου κόσμου που αγγίζει οριακά μία εξωκοσμική πραγματικότητα. Αυτά είναι διεργασίες ζωτικής σημασίας για εμένα.

Ήταν συνειδητή επιλογή το να χρησιμοποιήσετε ένα ολιγομελές σύνολο και όχι ολόκληρη την ορχήστρα της ΕΛΣ ή η ενορχήστρωση προέκυψε κατά την σύνθεση του έργου και από τις απαιτήσεις της; 

Ναι, ήταν συνειδητή επιλογή. Το όνειρο μου ήταν να μπορεί να παιχτεί εύκολα και να  μπορούμε να το μοιραστούμε ακόμα και σε ένα μικρό χώρο και να επικεντρώσουμε την σκέψη μας στον Καποδίστρια και στην Ρωξάνδρα. Ο Καποδίστριας υπήρξε σεμνός και τρυφερός, αυτό καταλαβαίνουμε από τις επιστολές του. Παρακαλούσε την Ρωξάνδρα αλλά και του φίλους του να μην τον ξεχνάνε, να κρατάνε μία θέση στην σκέψη τους για εκείνον όπως έκανε και ο ίδιος.

Θα εντάσσατε το έργο στην κατηγορία της όπερας δωματίου ή όχι απαραίτητα;

Ναι αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα στο ότι δεν είναι όπερα. Μονόδραμα είναι πιο κατάλληλος όρος και επίσης είναι μία υβριδική φόρμα που δεν είχε υπάρξει ως τώρα, ένα κοντσέρτο για πιάνο και ταυτόχρονα μονόδραμα.

Τέλος πρόκειται φυσικά για εντελώς διαφορετικά έργα, όχι μόνον ως προς το θέμα τους αλλά και τον λόγο για τον οποία γράφτηκε καθένα, αλλά για εσάς προσωπικά συνδέεται καθόλου αυτό με το «Thin Air»; Ως προς το ότι ίσως και τα δύο έχουν να κάνουν με την αποξένωση του ανθρωπίνου όντος, στην μία περίπτωση εξαιτίας των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών και στην άλλη ενός εξωτερικού και ανεξέλεγκτου παράγοντα όπως μια πανδημία; 

Εγραψα το «Thin Air» πριν ένα χρόνο ως έκφραση αλληλεγγύης και συμπόνοιας για τα θύματα της πανδημίας αλλά και για εμάς τους μουσικούς. Ολες οι ζωντανές εμφανίσεις ακυρώθηκαν και η μουσική φωνή μας σίγησε. Το έργο μπορεί να παιχτεί από όλα τα όργανα  και αυτό που ήθελα είναι να αισθανθούμε ενωμένοι και να μπορέσουμε μέσα από την μουσική να εκφράσουμε τον πόνο, την απελπισία, την λύπη αλλά και την επιθυμία για ζωή, την ελπίδα και το φως. Ο «Καποδίστριας» έχει εντελώς άλλο υπόβαθρο. Την εξομολόγηση που δεν έγινε ποτέ, την μοιραία απεικόνιση  που συμβολίζει το δαχτυλίδι που της έκανε δώρο με την πεταλούδα να καίγεται στις φλόγες. Δεν υπάρχει κάθαρση, ούτε ελπίδα, είναι μία από τις τραγικότερες ιστορίες αγάπης. Η θυσία είναι ανυπέρβλητη ενώ το «Thin Air» κάνει άνοιγμα προς το «μέλλον».

Μήπως κάποια μυστικά πρέπει να παραμένουν τέτοια; 

Οι προθέσεις της Καλλιόπης Τσουπάκη είναι απολύτως σεβαστές, όπως καθενός και καθεμίας δημιουργού, υλοποιήθηκαν όμως; Από δρματουργικής πλευράς καταρχήν το «λιμπρέτο», το οποίο επίσης έγραψε η συνθέτρια, αποτελείται από σπαράγματα επιστολών του Καποδίστρια προς την Στούρτζα, ολιγάριθμα και με το καθένα να επαναλαμβάνεται αρκετές φορές με επίσης αρκετά μεγάλης διάρκειας οργανικά «κενά» ανάμεσα τους. Με αυτή την συνθήκη ο σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης δεν μπορούσε να κάνει πολλά άλλα πέραν του να δημιουργήσει μια σειρά από «ταμπλό βιβάν» εντός του αφαιρετικού σκηνικού της Αλεξίας Θεοδωράκη (η οποία υπέγραφε και τα κουστούμια) καταλήγοντας στο τέλος να βάλει τον Καποδίστρια να σέρνεται στο πάτωμα της σκηνής ώστε να δοθεί μια κάποια έστω κίνηση στον «ακίνητο» σε όλα τα επίπεδα χαρακτήρα του. Πολύ καλός ο βαρύτονος Τίμος Σιρλαντζής αν και, ποσοτικά τουλάχιστον, οι φωνητικές ικανότητες του αξιοποιήθηκαν πολύ λίγο. Επαρκέστατη η χορεύτρια και ηθοποιός Μαριλένα Γερμανού ως Στούρτζα/οπτασία η οποία διέθετε όλη την κινητικότητα που δεν είχε ο χαρακτήρας του Καποδίστρια, άλλωστε για αυτό επιλέχθηκε χορεύτρια για να την υποδυθεί. Μπορεί η πρόθεση της δημιουργού να ήταν να φωτίσει μιαν ανθρώπινη πλευρά ενός τόσο σημαντικού ιστορικού προσώπου αλλά αυτός ο οποίος βλέπουμε στη σκηνή θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε άνθρωπος που βιώνει έναν ανεκπλήρωτο έρωτα και όχι ο ερωτευμένος Καποδίστριας. Γενικότερα η δραματουργία βρίθει συμβολισμών, τόσων πολλών ώστε τελικά καταλήγουν δυσνόητοι και απομένουν μόνον αυτοί ερήμην των συμβολιζομένων.

Το μουσικό μέρος ξεκινάει με μιαν όμορφη εισαγωγή του συνόλου με γκλισάντι αλλά η συνέχεια δεν είναι ανάλογη. Εξαίρετοι βέβαια όλοι/ες οι σολίστ του επταμελούς συνόλου, πιάνο, κουαρτέτο εγχόρδων, κοντραμπάσο και κόρνο ντι μπασέτο, μιας εκδοχής του κλαρινέτου από τον δέκατο όγδοο αιώνα με πολύ ισχυρή χαμηλή περιοχή η οποία του προδίδει ένα άκρως ιδιαίτερο ηχόχρωμα. Από  όλα αυτά όμως είναι το πιάνο που παίζει σολιστικά τουλάχιστον στο ήμισυ της διάρκειας του έργου για τους λόγους που εξηγεί στη συνέντευξη της η συνθέτρια, ένας ακόμα συμβολισμός, μουσικός αυτή τη φορά. Στην υπόλοιπη διάρκεια τα άλλα όργανα παίζουν κατά κύριο λόγο επίσης σολιστικά  ή σε ντούο ενώ ολόκληρο το esemble χρησιμοποιείται πολύ λίγο. Σε όλες τις περιπτώσεις όμως η μουσική αποτελείται από καλαίσθητους μεν αλλά πολύ σύντομους και επαναληπτικούς μελωδικούς πυρήνες και όχι ολοκληρωμένα θέματα προσδίδοντας έτσι στο έργο μιαν αίσθηση αποσπασματικότητας και η οποία δεν συνάδει με την, έστω και ανεστραμμένη, εκδοχή του ρομαντισμού όπως την «διαβάζει» ο συνθέτης Χαράλαμπος Γωγιός στην ενδελεχέστατη ανάλυση του για το έργο. Ο αρχιμουσικός της ΕΛΣ Νίκου Βασιλείου διεύθυνε με την σοβαρότητα και την προσοχή που τον διακρίνουν αν και ομολογουμένως αυτή τη φορά δεν είχε να κάνει και πάρα πολλά. 

Αναπόφευκτα λοιπόν τόσο η θεατρική όσο και η μουσική αφήγηση δεν ολοκληρώνονται και η «μυστική ζωή» του Καποδίστρια παραμένει μυστική για το σημερινό κοινό. Όπως όμως ίσως και θα έπρεπε αλλιώς δεν θα είχε κρατήσει ο ίδιος αυτή την, πολύτιμη για εκείνον προσωπικά, πτυχή της τόσο μακριά από το πολιτικό και συνολικά δημόσιο τμήμα της…

Σχολιάστε