Ας μεταφερθούμε λοιπόν νοερά στο Far West αλλά σε μια διαφορετική εποχή και τόπο από το δεύτερο ήμισυ του δεκάτου ενάτου αιώνα στις δυτικές περιοχές των ΗΠΑ…Ενας πολύ αυστηρός μεν αλλά όχι απαραίτητα και διεφθαρμένος δικαστής, τηρώντας με υπερβολικό ζήλο το γράμμα του νόμου και όχι αυθαιρετώντας, καταδικάζει στην εσχάτη των ποινών, σε θάνατο διά απαγχονισμού, έναν φουκαρά που είχε διαπράξει ένα πλημμέλημα και αυτό γιατί τον υποχρέωσαν οι συνθήκες, ας πούμε ότι είχε κλέψει ένα μοσχάρι από ένα γειτονικό ράντσο για να εξασφαλίσει λίγο φαγητό στην οικογένεια του που πεινούσε.
Στο να εξαντλήσει ο δικαστής όλη την αυστηρότητα του συνέβαλλαν πολύ και οι καταθέσεις αρκετών μαρτύρων κατηγορίας, κατοίκων επίσης της ίδιας μικρής πόλης, οι οποίοι δεν μπήκαν καν στον κόπο να κρύψουν την αντιπάθεια τους προς τον κατηγορούμενο. Για ορισμένους μάλιστα από αυτούς ψιθυρίζεται ότι ήταν και ψευδομάρτυρες, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του ράντσερ από τον οποίο κλάπηκε το μοσχάρι ή ποιος ξέρει ποιου άλλου…
Κυριότερος πάντως μάρτυρας κατηγορίας ήταν ο σερίφης της πόλης που ήταν και αυτός ο οποίος είχε συλλάβει τον κατηγορούμενο. Σε αυτόν ανέθεσε ο δικαστής και την εκτέλεση της ποινής καθώς ο ίδιος πρέπει να φύγει από την μικρή πόλη αφού είναι από εκείνους που περιοδεύουν σε μιαν ολόκληρη περιοχή την οποία έχουν υπό την εποπτείας τους και έτσι έχει σύντομα δικασίμους και σε άλλες, γειτονικές πόλεις.
Καθώς όμως ο καταδικασμένος περιμένει στην μικρή, στενή φυλακή την εκτέλεση της ποινής φτάνει ο καιρός να ψηφίσουν και πάλι οι κάτοικοι της πόλης για τον σερίφη τους. Και αυτή τη φορά δεν ανανεώνουν την εμπιστοσύνη τους προς τον προηγούμενο αλλά προτιμούν έναν άλλο ο οποίος έβαλε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για το αξίωμα και είναι νεότερος από όλους τους προκατόχους του.
Ο νέος σερίφης έχει προκαταβολικά διακηρύξει ότι θα φέρει μιαν αρκετά διαφορετική θεώρηση στην άσκηση ου λειτουργήματος του. Ανάμεσα στα άλλα που έχει πει είναι και ότι, ακόμα και αν δεν μπορεί ίσως να ισχυριστεί ότι ο φουκαράς που έκλεψε το μοσχάρι είναι αθώος, σίγουρα πιστεύει ότι η ποινή που του επιβλήθηκε είναι κάτι περισσότερο και από υπερβολική. Και θα κάνει ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να την μετριάσει…
Ως σερίφης όμως έχει επίσης ορκιστεί πίστη στο νόμο και πριν απ’ όλα οφείλει να τον τηρεί. Γιατί ΠΡΕΠΕΙ να υπάρχει κάποιος νόμος και σε εκείνη την περιοχή όπως και σε οποιαδήποτε άλλη, έτσι δεν είναι; Αφού λοιπόν ο δικαστής έχει αποφασίσει την καταδίκη σε θάνατο την προγραμματισμένη ημέρα δεν έχει άλλη επιλογή από το να οδηγήσει, έστω και με βαριά καρδιά, τον κατάδικο στην κρεμάλα.
Ολοι σχεδόν οι κάτοικοι της μικρής πόλης έχουν συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσουν την εκτέλεση η οποία θα πραγματοποιηθεί λίγο έξω από αυτήν. Και ένα παράξενο πράγμα, όλοι, ακόμα και οι φανατικότεροι εκ των μαρτύρων κατηγορίας στην δίκη, παρατηρούν τα τεκταινόμενα λίγο θλιμμένοι, σαν κάτι να τους σφίγγει ξαφνικά την ψυχή…
Ο δήμιος περνάει την θηλιά στο λαιμό του καταδίκου και την δεδομένη ώρα χτυπάει το άλογο που στη σέλα του βρίσκεται ο τελευταίος έτσι ώστε να το κάνει να φύγει, το σώμα του κατάδικου να βρεθεί στο κενό και να επέλθει ο θάνατος του. Ετσι και γίνεται αλλά τότε οι κάτοικοι της μικρής πόλης προσέχουν κάτι αλλόκοτο που συμβαίνει…
Βλέπουν δηλαδή ξαφνικά τον νεαρό σερίφη που τα τελευταία λίγα λεπτά τον είχαν χάσει από τα μάτια τους ανεβασμένο στο κλαδί του δέντρου στο οποίο είναι δεμένο το σχοινί της κρεμάλας! Τι κάνει εκεί πάνω; Προσπαθεί να τραβήξει το σώμα του καταδίκου τόσο γρήγορα και με τέτοιο τρόπο ώστε να προλάβει να τον ανεβάσει και αυτόν στο κλαδί πριν έρθει ο θάνατος του. Δεν μπορούσε μεν να παραβιάσει τον νόμο και να ματαιώσει την εκτέλεση αλλά βρήκε αυτό τον τρόπο, ριψοκινδυνεύοντας την ίδια την ζωή του, για να προσπαθήσει να σώσει τον κατάδικο και να του επιτρέψει να συνεχίσει να ζει.
Ολοι οι κάτοικοι της μικρής πόλης παρακολουθούν όχι μόνο με περιέργεια και ενδιαφέρον αλλά και με αγωνία το δύσκολο, κοπιαστικό και ριψοκίνδυνο εγχείρημα του νεαρού σερίφη, να ισορροπήσει κυριολεκτικά και μεταφορικά ανάμεσα στο να μην παρακούσει τον νόμο και στην ηθική επιταγή του να σώσει έναν επί της ουσίας αθώο άνθρωπο. Ολοι, ακόμα και η κουστωδία – γιατί ο ίδιος απουσιάζει από την πόλη – του πρώην σερίφη, εκείνοι οι οποίοι συνήθως αποτελούσαν τα αποσπάσματα καταδίωξης που σχημάτιζε όταν το έκρινε αναγκαίο. Και ακόμα και αυτοί εύχονται, ενδόμυχα και χωρίς να το ομολογούν έστω, να επιτύχει η προσπάθεια του νεαρού σερίφη. Ολοι το επιθυμούν και το θέλουν αυτό εκτός από τους ελάχιστους, δυστυχώς πλέον όχι απλά γραφικούς αλλά πολύ επικίνδυνους για το σύνολο, τρελούς της μικρής πόλης…
Σύσσωμη σχεδόν η αντιπολίτευση, ακόμα και η κατεξοχήν ένοχη ΝΔ πλην βεβαίως Σαμαρά, παρακολουθεί, εγκρίνει και σε μεγάλο βαθμό συμπαρίσταται και στηρίζει την προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα να σώσει από σχεδόν βέβαιο θάνατο έναν λαό που όταν ανέλαβε να το κυβερνήσει είχε ήδη περασμένη στο λαιμό του την θηλιά και τα πόδια του κρέμονταν στο κενό. Ουδείς βέβαια αγιοποιείται ή εξιλεώνεται εκ των προτέρων και το αν ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί να σώσει τον ελληνικό λαό είναι ο καταλληλότερος, ευφυής ή αφελής και εντέλει αποτελεσματικός θα το κρίνει η Ιστορία, πιθανόν και το εκλογικό σώμα σε όχι και πάρα πολλούς σε οποιαδήποτε περίπτωση μήνες.
Η ίδια όμως Ιστορία έχει ήδη αποφανθεί για το που ανήκουν οι λίγοι ηλίθιοι πρώην σύντροφοι του Α. Τσίπρα που, κόντρα ακόμα και στην κοινή λογική και φυσικά σε κάθε έννοια ηθικού, πολιτικού, μέχρι και ποινικού νόμου, ανεβασμένοι στο ίδιο κλαδί με εκείνον το πριονίζουν μανιασμένα για να τον γκρεμοτσακίσουν, αδιαφορώντας όχι μόνο για το αν θα έχουν και αυτοί την ίδια τύχη αλλά ακόμα και για το αν έτσι ο ελληνικός λαός μπορεί μεν να αποφύγει τον διά απαγχονισμού θάνατο αλλά μόνον επειδή θα πεθάνει από απότομη και μη ελεγχόμενη πτώση από αρκετά μεγάλο ύψος. Και ποια είναι αυτή η θέση για την οποία τους προορίζει η Ιστορία; Μα φυσικά ανάμεσα στα χειρότερα, τα πιο άχρηστα ρετάλια της…